Ποιητικά

Ταξινόμηση κατά:
  • Τα Ποιήματα του Μανδαρίνου Λυκιαρδόπουλος Γεράσιμος

    Εξαντλημένο

    VII

    σονέτο ’97

    Έζησε σ’ άλλες εποχές. Ως νέος δεν τα πήγαινε καλά ούτε με
    το λυρισμό ούτε με τον κυνισμό – δυστύχησε μετρίως. Ωριμάζο-
    ντας κατάλαβε.

    Τα χρόνια πέρασαν. Σκαρφάλωσε τις δεκαετίες στίχο–στίχο.
    Έμαθε όλα τα τεχνάσματα της ποίησης αλλά έμεινε έντιμος –
    κατά το δυνατόν.

    Ανθηρός τώρα κι ετοιμοπόλεμος. Πρωτοκλασάτος. Ποτέ, ποτέ
    κυνικός – απλώς η πείρα ελέγχει το δάκρυ. Έμαθε όλα τα τε-
    χνάσματα. Κάπου-κάπου, μονάχα, το σώμα θυμάται το αδέξιο
    ποίημα που έγραψε είκοσι χρονών: ένα παλιό μυστικό που η τε-
    χνη του συλλαβιστά λησμόνησε, για να επιζήσει.

  • Ποιητικές Συλλογές (1954-2000) Φωκάς Νίκος

    22,00 

    ΕΤΣΙ ΤΟ ΕΙΠΑ
    Το φεγγάρι ήταν μέσα στο δειλινό·
    Το κοίταζα ακόμα με τις αισθήσεις της μέρας,
    Άρχιζα γύρω να νιώθω τους δεσμούς του
    (Στο λιθόστρωτο, στις σκάλες, στα κατώφλια).
    Από την πόρτα μού μύρισε βασιλικός.
    —Αχ φτάνει αυτό για μια ζωή! (έτσι το σκέφτηκα)
    Κι έληξε η άρνηση, ο ιδρώτας δρόσισε
    Τόσο εύκολα, καθώς θυμήθηκα ποιος είμαι.
    —Πηγαίνετε! Ας μείνει μόνο αυτό τ’ αηδόνι,
    Και οι άλλες καθαρές φωνές (έτσι το είπα)
    Κι ό,τι στον κόσμο ξέρει τι είναι: το φεγγάρι,
    Το κυπαρίσσι, ο άνεμος, ο ποιητής.

  • H Kάθοδος των M Βαλαωρίτης Nάνος

    10,00 

    ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΟ

     
    Διαβάτη βλέπω ότι έχεις πέσει σε μια μεγάλη
    περισυλλογή βλέποντας τ’ όνομά σου επάνω σ’ ένα
    μνήμα – ενώ γνωρίζεις ότι στην πραγματικότητα
    απολαμβάνεις τα χάδια, τη χλιδή, στο σπίτι της
    ωραίας Ανακτορίας, που για χάρη της βρισκόμαστε κι
    οι δυο μας εδώ πέρα, σε κάποιον απ’ τους μύριους
    κόσμους της πιθανότητας που επιθυμούμε όλοι.

  • Μόνιμο Ρεπό Παπαγεωργίου Χρίστος

    9,00 

    Τοπίο

     
    Πριν να καθίσει το τοπίο μέσα μας
    κάποιος από εμάς
    αναστέναξε
    σαν σε θάνατο.
    Μόλις το τοπίο κάθισε μέσα μας
    αυτός που έλειπε
    γύρισε βροχή.

     
    Το βράδυ μου διηγήθηκες την ιστορία
    της γιαγιάς σου, που γέννησε στο ύπαιθρο
    τη μητέρα σου, ύποπτη καιρικών φαινομένων.

     
    Δεν διαβάζω άλλο.
    Ξημερώνει σε λίγο μια μέρα χαστούκι.

  • Fin’ Amor Κοροπούλης Γιώργος

    Εξαντλημένο

    ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΗΣ ΑΜΒΛΕΙΑΣ ΓΩΝΙΑΣ
    Ι.
    Φώτα – σβηστά… Θυμάμαι… Σαν ανακοπή…
    Και – κρύο… Και – σαν να μην κατοικείται η Γη…
    Σιγή – ιχθύων… Σαν σκιά – που μεγαλώνει
    καθώς στη Σφαίρα η μάγισσα τα χέρια απλώνει…
    Ή μπορεί – ;…
    Ναι… Προσωρινή σβέσις φανού
    μπορεί να είναι… Να ηχεί μόνο το κύμα
    μες στο σκοτάδι – σαν να σπρώχνει τα λουλούδια
    που σκόρπισαν οι συγγενείς κάποιου νεκρού
    πίσω στο χώμα, απ’ όπου – Κόπηκαν… Τι κρίμα!…
    ‘Έτσι μπορεί ν’ αρχίζει!… Δίχως τα τραγούδια
    που σού ’μαθα – πως θα υπάγεις εις τους κήπους
    τους κρεμαστούς… Σ’ ανεξιχνίαστες αβύσσους
    μπορεί να χάθηκαν, κι η πλήρης ομορφιά
    να ‘ναι ο σεισμός και τα μετέωρα σκαλιά
    που ανέβαιναν στους τεχνητούς μου Παραδείσους…

  • Tο Μέτρο της Κραυγής μας Φωκάς Νίκος

    9,00 

    ΣΥΝΝΕΦΑ

     
    Πλατεία Ακακιών 1944

     
    Το σύννεφο πιο μαγικό κι απ’ το φιλί
    Μ’ έκανε ν’ αποσπαστώ απ’ το στόμα σου
    Έτσι που το ‘δα με την κόχη του ματιού·
    Ήταν μια στιγμιαία προδοσία
    Απ’ τις γνωστές των ποιητών.

     
    Γιατί ποιος απ’ τους υπαρκτούς θνητούς ανθρώπους
    Αν όχι κάποιος ποιητής
    Μα κι απ’ τους άλλους τους πλασματικούς
    Που συναντούμε στα βιβλία, ποιος άφησε ποτέ
    Ένα φιλί για ένα σύννεφο;

  • Από το Ένα στο Δύο Ηλιοπούλου Ιουλίτα

    9,00 

    λ

     
    Μια λέξη δύσκολη να σε προφέρει – «αγάπη».

     
    Το χέρι σου δείχνοντας τη σιωπή. Ψηλαφώντας το χέρι σου
    ουρανούς σε μιαν ανάσα στους μικρούς εμφυλίους μοιράζο-
    ντας την κραυγή.

     
    Το χέρι σου στόμα το χέρι σου λάκτισμα ματώνοντας το δι-
    κό μου μαχαίρι. Βαθύς κι απαλός και άυπνος ύπνος το χέρι
    σου κατάσαρκα το χέρι σου με φορά με κοιμάται.

     
    Οδύρονται και κτυπούν τα σκοτάδια το χέρι σου αγρίμια το
    χέρι σου νήπια· δυνατά το χέρι σου που του γίνομαι χέρι.
    Το χέρι σου αγάπη μου – η αγάπη.

  • Φρυκτωρία Βασιλάκος Νίκος

    8,00 

    ΕΠΙΜΥΘΙΟ

     

    Βουστροφηδόν

    θα ακυρώσω τα αδιέξοδα.

    Τελετουργικά

    θα ενταφιάσω τα τυμπανιαία πτώματα

    των παλιών μου προσδοκιών.

    Με ηρεμία και σιγουριά

    θα πυροδοτήσω τους μηχανισμούς της άρνησής μου,

    σε μια ωραία, μεγάλη,

    αντίστροφη έκρηξη.

    Χιλιάδες θραύσματα θα συγκλίνουν ακτινωτά στο κέντρο,

    το αληθινό μου πρόσωπο

    ανασχηματίζοντας.

    Ακέραιος και ανάλλαχτος,

    Θα επιστρέψω, επιτέλους,

    κοντά σου.-

  • O Μύθος της Καθέτου Φωκάς Νίκος

    9,00 

    Φωτογραφική

     

    Κυττάζω οφθαλμοπορνικά σαν άλλος

    Τέλλος Άγρας κι εγώ

    την πέτρα του Λυκαβητού

    το φως, τα πρόσωπα.

     

    Άπειρα πλάγιες, άπειρα μοναχικές

    λήψεις της ζωής —

    τόσο καθυστερημένες πια

    για εμφάνιση.

    1975

  • Προβολέας στα Mάτια Φωκάς Νίκος

    9,00 

    Ο Υμηττός (β’)

     
    Ανάμεσα από πολυκατοικίες ξενοδοχεία
    Που μάχεσαι σαν εφιάλτη σου
    Σαν μέσα από πόρτες μισάνοιχτες
    Όπου σταθείς βλέπεις τον Υμηττό τόσο κοντά
    Αισθάνεσαι τόσο κοντά το ζωντανό παλμό του.

     
    Είναι άραγες αυτός ο λόγος που
    Όταν τον κοιτάς ας πούμε από το Φάληρο
    Είναι όμοια σα να βρίσκεσαι στο Κεφαλάρι;
    Ή μήπως επειδή δεν έχει καμιά σημασία η γωνία
    Απ’ την οποία βλέπουμε την ομορφιά;

  • Χρυσαλλίδα στον Πάγο Βέης Γιώργος

    9,00 

    ΠΡΩΙΝΟ ΦΕΓΓΑΡΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΗ ΣΑΜΟ

     
    Δ.

     
    Το εγκώμιο, το ανεκλάλητο του αρχαίου βλέμματος
    προς την ύλη, την πυρακτωμένη ελιά,
    κύματα υπομνήματα της αγάπης προς τον κόσμο
    στο Ηραίον αφουγκράζονται τις πέτρες –
    μελάνωμα ή μελανιά στην πλάτη
    που γύρισε απότομα στο όνειρο
    κεφάλι αμετανόητο γι’ αστέρια και δικαίωση.